τριγωνίζω

τριγωνίζω
τριγώνισα, τριγωνίστηκα, τριγωνισμένος
1. δίνω σε κάτι τριγωνικό σχήμα: Τριγωνίζω το τετράγωνο.
2. διαιρώ μια έκταση σε τρίγωνα για να την καταμετρήσω.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τριγωνίζω — ΝΑ [τρίγωνον] νεοελλ. 1. δίνω σε κάτι σχήμα τριγώνου 2. διαιρώ μια επιφάνεια σε τρίγωνα για καταμέτρηση αρχ. 1. πολλαπλασιάζω επί τρία, τριπλασιάζω («ταῦτα πεντάκις τριγωνισθέντα τὸν ἐκκείμενον ἀριθμὸν παρέσχεν;», Πλούτ.) 2. έχω σχήμα παραπλήσιο… …   Dictionary of Greek

  • τριγωνίζῃ — τριγωνίζω multiply by three pres subj mp 2nd sg τριγωνίζω multiply by three pres ind mp 2nd sg τριγωνίζω multiply by three pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριγωνίσει — τριγωνίζω multiply by three aor subj act 3rd sg (epic) τριγωνίζω multiply by three fut ind mid 2nd sg τριγωνίζω multiply by three fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριγωνίσῃ — τριγωνίζω multiply by three aor subj mid 2nd sg τριγωνίζω multiply by three aor subj act 3rd sg τριγωνίζω multiply by three fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριγωνιζόμενον — τριγωνίζω multiply by three pres part mp masc acc sg τριγωνίζω multiply by three pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριγωνισθέντα — τριγωνίζω multiply by three aor part pass neut nom/voc/acc pl τριγωνίζω multiply by three aor part pass masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριγωνίζει — τριγωνίζω multiply by three pres ind mp 2nd sg τριγωνίζω multiply by three pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριγωνίζοντι — τριγωνίζω multiply by three pres part act masc/neut dat sg τριγωνίζω multiply by three pres ind act 3rd pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τριγωνίζουσι — τριγωνίζω multiply by three pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) τριγωνίζω multiply by three pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετριγωνίσθαι — τριγωνίζω multiply by three perf inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”